
«Στον Γολγοθά ο Κύριος μαγείρεψε για όλους»
Το μεγάλο μυαλό του πατέρα Ανανία μπορούσε να το κηρύξει ακόμη και στη γλώσσα των πλουσίων επιχειρηματιών που νομίζουν ότι κρατούν στα χέρια τους τις τύχες ολόκληρης της οικουμένης. «Μεταβιβάζονται, αδελφοί και πατέρες, αυτά… Μεταβιβάζονται!» έλεγε. «Γίνονται, όπως λέμε στα οικονομικά σήμερα, άυλοι τίτλοι. Άυλοι τίτλοι! Ό,τι κάνουμε καλό, το βρίσκουμε μπροστά μας. Μια καλή κουβέντα, μια καλή σκέψη, λίγα χρήματα, λίγη στοργή και αγάπη, έναν καλό τρόπο. Πολλές φορές, αν δεν έχουμε τίποτα, δίνουμε την αγάπη μας».
Μαζί με τα οικονομικά ήταν σε θέση να παραθέσει στην επόμενη πρόταση μία δέσμη στίχων από μία αγαπημένη του ποίηση: «Κι είναι αυτό που λέει ο μεγάλος Ελύτης: Είμαστε ευτυχείς με το τίποτα. Με την αγάπη. Η αγάπη είναι χωρίς έξοδα. Δωρε?ν ?λάβετε, δωρε?ν δότε». Επιχειρηματικά, ποίηση, ορθόδοξη θεολογία, τα έμπλεκε όλα δημιουργικά και ύστερα έλεγε λιτά: «Πηγή αγάπης ο άνθρωπος». Κι άλλοτε, έλεγε: «Καλά είναι τα οικονομικά αλλά τα οικονομικά φτάνουν μέχρι την τσέπη μας και μέχρι το στομάχι μας. Υπάρχει και η θεία οικονομία».
Το ποτάμι του Κουστένη δεν τελείωνε εκεί που το περίμενες εσύ και σπάνια χωρίς ανάλογο παράδειγμα ή διδακτική ιστορία: «Κάποιος, μια φορά, δεν είχε τίποτα να κάνει κι έλεγε: Περισσεύουν τα χέρια μου. Κρέμονται εκεί και δεν κάνουν τίποτα. Κρεμανταλάς! Κρέμονται! Και, τι τον φώτισε ο Θεός να κάνει; Θα φυτέψω δένδρα οπωροφόρα και τους καρπούς που θα βγαίνουν στα τρίστρατα –ένας μικρός Αβραάμ κι αυτός– θα τους μοιράζω στους ανθρώπους δωρεάν. Και το έκανε! Μοίραζε κι έλεγε: Φάτε, παιδιά, δωρεάν! Αυτά είναι τα κόπια μου! Είναι οι καρποί από τον κόπο, τα χεράκια μου! Κι είναι μεγαλύτερη χαρά να δίνεις παρά να παίρνεις». Κατεβαίνοντας βαθύτερα καταλαβαίνεις ότι εκείνος που δίνει έχει τη μεγάλη χαρά της προσφοράς που είναι ασυγκρίτως ωραιότερη από τη χαρά του να παίρνεις.
Από τα χέρια του παπά Κουστένη είχε φάει κόσμος και κοσμάκης, όχι μεταφορικά αλλά κυριολεκτικά, γιατί συνήθιζε να μαγειρεύει καθημερινά αφήνοντας την πόρτα του σπιτιού του ανοιχτή, μπαίνοντας ελεύθερα οι άνθρωποι να στυλωθούν με κανένα λαδερό ή ό,τι άλλο γεννούσε η κατσαρόλα των λίγων τετραγωνικών των Εξαρχείων. Αμέτρητοι έφαγαν από την αναμμένη εστία του Ανανία, ενθυμούμενος κανείς εκείνην την ωραία θεολογία που έλεγε ο ίδιος από ραδιοφώνου για τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό: «Στον Γολγοθά ο Κύριος μαγείρεψε για όλους κι έκαμε, πρόσφερε την αντικειμενική σωτηρία, όπως λέει η Εκκλησία μας. Αλλά επειδή υπάρχει το αυτεξούσιο, ζητάει από τον κάθε υποκείμενο, απ’ τον κάθε άνθρωπο, απ’ την κάθε οντότητα να έλθει και να φάει, όστις θέλει. Τόσο σέβεται ο Χριστός την ελευθερία μας!».
|